top of page

 

"Η γνώση της Ελληνικής είναι απαραίτητο θεμέλιο υψηλής πολιτιστικής καλλιέργειας. "

 

 

Marriane McDonald 

1η Ἑνότητα
 
Περιβάλλον

Περί

Βάλλω

Περί 
 
ΣΗΜΑΣΙΑ: γύρω γύρω, ὁλόγυρα, ἀπό ὅλες τίς μεριές, ἀπό παντοῦ - φροντίδα, 
 

Βάλλω < θ. βαλλ-, βαλ-, βελ-, βολ-, βλη-
Τό θέμα βαλ- μέ πρόθημα < βαλjω<βάλλω
Μέ μετάπτωση βελ- ( βέλος)  καί βολ- (βολή)
Μέ μετάθεση καί ἔκταση βλη- ( βλῆμα, βέβληκα)
 
ΣΗΜΑΣΙΑ: Ρίχνω, ἐκσφενδονίζω, χτυπῶ ἀπό μακρυά.
 
 

ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΛΕΞΕΙΣ

 

βαλτός <αρχ. βάλλομαι

βολή <αρχ.<βάλλω

βολεύω <*εὐβολεύω<μτγν. εὔβολος "καλότυχος"

βολεμένος

βολετός <μσν. βολετός < βολεῖ

βόλεμα <βολεύω

βόλεψη

βολεψάκιας

βολικός <αρχ. *εὐβολικός < εὔβολος

βολίζω <μτγν.<βολίς

βόλισμα <βολίζω

βόλιση <βολίζω

βόλι <μσν. βόλιον, υποκορ. του αρχαίου βόλος

βολίδα <μτγν. βολίς<αρχ. βολή

βουλιάζω <μσν. βουλίζω<μτγν. βολίζω<βολή

βούλιαγμα <βουλιάζω

βέλος <αρχ.<βελ-<βολή<βάλλω

βελάκι

βελόνα <αρχ. βελόνη<βέλος

βελονίτσα

βελονάκι <μσν. βελόνιν, υποκορ. του αρχ. βελόνη

βελόνι <μσν. βελόνιν, υποκορ. του αρχ. βελόνη

βελονιά <βελόνι

βελονιάζω <βελόνι

βελόνιασμα <βελονιάζω

βελονισμός <βελονίζω < βελόνη

βελονιστής

βελονωτός <βελόνι

βούλομαι <αρχ.<βόλ-σ-ομαι

βουλή <αρχ. βουλή

βουλεύομαι <αρχ. βουλεύομαι

βούλευμα <αρχ. βούλευμα < βουλεύομαι

βουλευτής <αρχ. βουλευτής < βουλεύομαι

βουλευτικός <αρχ. βουλευτικός < βουλευτής

βουλευτήριο <αρχ. βουλευτήριον, ουδ. του επιθ. βουλευτήριος < βουλεύομαι

βουλευτιλίκι <βουλευτής

βούληση <αρχ. βούλησις < βούλομαι

βουλητικός <βούλομαι

βαλλιστική

βαλλιστικός <μτγν. ουσ. βαλλιστής

βαλλίστρα <λατ. ballist(r)a<αρχ. βάλλω

βλήμα <αρχ. βλῆμα<βέβληκα πρκμ. του βάλλω

βλητικός <βάλλω

βλητικότητα

μπαλάντα <προβηγκ. balada<balar "χορεύω"<μτγν. λατ. ballare<αρχ. βαλλίζω "χορεύω, χοροπηδώ"<βάλλω

μπάλος <ιταλ. ballo "χορός"<ballare "χορεύω" ballare<αρχ. βαλλίζω

μπαλαρίνα <ιταλ. ballerina<ballare "χορεύω" ballare<αρχ. βαλλίζω

 

ΠΗΓΗ: www.lexigram.gr

 

περιβάλλω

περιβάλλον

περιβολή

περίβλημα

περιβαλλοντικός

περιβαλλόμενος

περίβολος

περιβόλι

περιβολάρης

 

αμφιβάλλω

αναβάλλω

αντιβάλλω

αντικαταβάλλω

αντιπαραβάλλω

αποβάλλω

διαβάλλω

εισβάλλω

εκβάλλω

εμβάλλω

επιβάλλω

καθυποβάλλω

καταβάλλω

μεταβάλλω

ξεπροβάλλω

παραβάλλω

παρεμβάλλω

περιβάλλω

προβάλλω

προεκβάλλω

προκαταβάλλω

προσβάλλω

συμβάλλω

συνυποβάλλω

υπερβάλλω

υποβάλλω

 

Ἀπό ἕνα μόνον ρῆμα δημιουργήθηκαν 27 καινούρια μέ τή βοήθεια τῶν προθέσεων. Αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας! 27 ἀποχρώσεις τοῦ " βάλλω".
 
46 οὐσιαστικά καί ἐπίθετα παράγονται ἀπό τό βάλλω καί ἄλλα 200 ἀπό τά 27 σύνθετα ρήματα. 273 λέξεις συνολικά!

Ἐνεργητική φωνή

Παθητική φωνή

Ἐξακολουθητικοί χρόνοι

Στιγμιαῖοι  χρόνοι

IἘκτός ἀπό τό βάλλω, ὐπάρχουν καί ἄλλα ρήματα  πού γράφονται μέ δύο λλ στούς ἐξακολουθητικούς χρόνους καί μέ ἕνα λ στούς στιγμιαίους.

 

Τά ρήματα αὐτά εἶναι :  ἀγγέλω. βάλλω, στέλλω, ποικίλλω καί τά σύνθετά τους.

 

IΠροσέχω τήν ἐσωτερική αὔξηση στά σύνθετα ρήματα στούς παρελθοντικούς χρόνους.

 

κατέβαλα, μετέβαλα, απέστειλα, κατέστειλα, κ.λ.π

 

bottom of page